Ένα τρίπτυχο για την κρίση ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΒΕΛΤΣΟ
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ: Σκύβουν και μαζεύουν χόρτα. Δεν είναι πρόσφυγες, παρότι κοψομεσιάζονται για να συλήσουνε νεκρούς, πατώντας μαργαρίτες. Κάνουν πως καβαλάνε ξύλινα άλογα. Παίζουν με τα παιδιά τους τον βασιλιά. Δεν είναι καβαλάρηδες, παρότι ο θάνατος ιππεύει. Μιλούν στη γλώσσα των καρτούν,
παρότι δεν τους λείπουν οι αμφιβολίες για την ορθότητα των υποκοριστικών. Ντρέπονται τις ψυχές στο δωμάτιο, αλλά για παν ενδεχόμενο αγγίζονται δίχως να χαϊδεύουν κι ούτε να σπρώχνονται μεταξύ τους.
Διατηρούν το έθιμο του καλού ποιμένα, αλλά κανείς τους δεν ωφελήθηκε από κουρά προβάτων. Κουράδες, ναι, στα κοπροχώματα για ζαρντινιέρες. Προσαρμόζονται με τη ναυτία, παρότι δεν κλυδωνίζεται το διαμέρισμα κι ούτε ταλαντεύεται ο βρόγχος στην οροφή. Δεν τους κρεμάσανε ακόμη, παρότι ο εξωραϊστικός σύλλογος εισηγείται χλοοτάπητα, όπως στα γήπεδα και στα αμερικανικά νεκροταφεία. Μεταμορφώνονται σε ζωντανούς, παρότι είναι παραλογισμός να επιμένουν. Εμμένουν οι πολιτικοί, μας λένε και ξελένε, τα κάνουν σκατά, λερώνουν, αλλά ο Κάμινγκς το είπε πιο καλά: «Πολιτικός είναι ένας πισινός που πάνω του ο καθείς έχει καθίσει, εκτός από ανθρώπους».
Η ΤΡΟΪΚΑ: Ένας άνθρωπος έρχεται, ένας άνθρωπος φεύγει, αλλά τι με κόφτει αυτή η ανταλλαγή των πληθυσμών; Μπορεί κανείς να παραστήσει τον θυρωρό, χωρίς τις απαραίτητες ερωτήσεις μεταξύ αδιακρισίας και καθήκοντος; Εξουσιοδοτήθηκα να σημειώνω αφίξεις. Η παρεπόμενη αναχώρηση, όμως, εμπίπτει στην αρμοδιότητα άλλου. Δεν είμαστε ίδιοι, δεν τον έχω δει ποτέ. Και τη θρυλούμενη σκληρότητά του τη συμπεραίνω από τα πρόσωπα των ενοίκων που μπαινοβγαίνουν καταζητούμενοι από την Ιντερπόλ. Ποιος θα προβάλει την ένσταση της ετεροδικίας;
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ: Ξέρω πως θα χαθώ, γι’ αυτό κι επέλεξα να έρθω εδώ κοντά σας, πνεύματα προγονικά. Επέλεξα να συντηρώ τον οίκο μ’ αρσενικό μαστό. Διότι είναι πράγματι επιλογή το γάλα. Και την ανάγκη ώθησα, όπως σκουντάνε βάρκα στον γιαλό. Κι αποχωρώ, γλιστρώντας στα σμαράγδια. Εδώ κωπηλατώ, όπου η παλιά ζωή κρατάει με κλωστές τις μαριονέτες.
Είμαι εγώ ο βοηθός σκηνής, ο καφενόβιος αφηγητής μιας ιστορίας εκδοχών πολλών ανθρώπων. Πνεύμα είμαι, ήδη βιαστικό, που ενοχλεί τους περιπατητές της προκυμαίας - αν είναι αυτοί, αν περπατούν, εάν ο θάνατος τούς αφορά, αν κλαίνε. Ο άνεμος πλεονεκτεί. Αλλάζει δίχως να προειδοποιεί. Ομόλογος του έρωτα. Απότομος. Φαινόμενο ατμοσφαιρικό, χωρίς να υπάρχει τίποτα κρυμμένο. Μες στα λεγόμενά του κυκλοφορώ, στραμμένος. Πενθώ και χαίρομαι με αναδρομική ισχύ και με διπλή κατεύθυνση σαν τον ανεμοδείκτη.
Πηγή: http://www.lifo.gr/mag/columns/4306
παρότι δεν τους λείπουν οι αμφιβολίες για την ορθότητα των υποκοριστικών. Ντρέπονται τις ψυχές στο δωμάτιο, αλλά για παν ενδεχόμενο αγγίζονται δίχως να χαϊδεύουν κι ούτε να σπρώχνονται μεταξύ τους.
Διατηρούν το έθιμο του καλού ποιμένα, αλλά κανείς τους δεν ωφελήθηκε από κουρά προβάτων. Κουράδες, ναι, στα κοπροχώματα για ζαρντινιέρες. Προσαρμόζονται με τη ναυτία, παρότι δεν κλυδωνίζεται το διαμέρισμα κι ούτε ταλαντεύεται ο βρόγχος στην οροφή. Δεν τους κρεμάσανε ακόμη, παρότι ο εξωραϊστικός σύλλογος εισηγείται χλοοτάπητα, όπως στα γήπεδα και στα αμερικανικά νεκροταφεία. Μεταμορφώνονται σε ζωντανούς, παρότι είναι παραλογισμός να επιμένουν. Εμμένουν οι πολιτικοί, μας λένε και ξελένε, τα κάνουν σκατά, λερώνουν, αλλά ο Κάμινγκς το είπε πιο καλά: «Πολιτικός είναι ένας πισινός που πάνω του ο καθείς έχει καθίσει, εκτός από ανθρώπους».
Η ΤΡΟΪΚΑ: Ένας άνθρωπος έρχεται, ένας άνθρωπος φεύγει, αλλά τι με κόφτει αυτή η ανταλλαγή των πληθυσμών; Μπορεί κανείς να παραστήσει τον θυρωρό, χωρίς τις απαραίτητες ερωτήσεις μεταξύ αδιακρισίας και καθήκοντος; Εξουσιοδοτήθηκα να σημειώνω αφίξεις. Η παρεπόμενη αναχώρηση, όμως, εμπίπτει στην αρμοδιότητα άλλου. Δεν είμαστε ίδιοι, δεν τον έχω δει ποτέ. Και τη θρυλούμενη σκληρότητά του τη συμπεραίνω από τα πρόσωπα των ενοίκων που μπαινοβγαίνουν καταζητούμενοι από την Ιντερπόλ. Ποιος θα προβάλει την ένσταση της ετεροδικίας;
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ: Ξέρω πως θα χαθώ, γι’ αυτό κι επέλεξα να έρθω εδώ κοντά σας, πνεύματα προγονικά. Επέλεξα να συντηρώ τον οίκο μ’ αρσενικό μαστό. Διότι είναι πράγματι επιλογή το γάλα. Και την ανάγκη ώθησα, όπως σκουντάνε βάρκα στον γιαλό. Κι αποχωρώ, γλιστρώντας στα σμαράγδια. Εδώ κωπηλατώ, όπου η παλιά ζωή κρατάει με κλωστές τις μαριονέτες.
Είμαι εγώ ο βοηθός σκηνής, ο καφενόβιος αφηγητής μιας ιστορίας εκδοχών πολλών ανθρώπων. Πνεύμα είμαι, ήδη βιαστικό, που ενοχλεί τους περιπατητές της προκυμαίας - αν είναι αυτοί, αν περπατούν, εάν ο θάνατος τούς αφορά, αν κλαίνε. Ο άνεμος πλεονεκτεί. Αλλάζει δίχως να προειδοποιεί. Ομόλογος του έρωτα. Απότομος. Φαινόμενο ατμοσφαιρικό, χωρίς να υπάρχει τίποτα κρυμμένο. Μες στα λεγόμενά του κυκλοφορώ, στραμμένος. Πενθώ και χαίρομαι με αναδρομική ισχύ και με διπλή κατεύθυνση σαν τον ανεμοδείκτη.
Πηγή: http://www.lifo.gr/mag/columns/4306
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου